Η ιστορία μιας αντίστασης

Η ιστορία μιας αντίστασης


Ακούω και διαβάζω διάφορους που απορούν με το γεγονός ότι ο Αρης έβαλε στον ΠΑΟΚ τέσσερα γκολ και αναρωτιέμαι γιατί. Ο Αρης είναι μια κανονική ποδοσφαιρική ομάδα, με λίγες αδυναμίες και πολλές δυνατότητες. Είναι μια ομάδα που ασχολείται με το ποδόσφαιρο κυρίως κι όχι με το αν υπάρχει διαθέσιμο κανένα προπονητικό κέντρο να το αγοράσει κανένας ανιψιός: δεν τον νοιάζει καν ποιος είναι πρόεδρος στην ΕΠΣ Μακεδονίας. Μια ομάδα που ασχολείται με το ποδόσφαιρο μπαίνει σε ένα παιγνίδι για να παίξει για να κερδίσει κι όχι για το πώς θα στήσει μπλόκα κτλ. Μια τέτοια ομάδα κοιτάζει να προετοιμαστεί όσο το δυνατόν καλύτερα σε κάθε ενδεχόμενο που θα της προκύψει στη διάρκεια του αγώνα και δεν ασχολείται με επιτροπές υποδοχής και άλλες τέτοιες σαχλαμάρες. Μια κανονική ομάδα όταν έχει τη δυνατότητα να βάλει τέσσερα γκολ θα βάλει τέσσερα γκολ και δεν θα αρχίσει να σκέφτεται μήπως θυμώσει ο μεγάλος. Ο Αρης είναι μια κανονική ομάδα: είναι πιο δυνατός σίγουρα από την Σλόβαν Μπρατισλάβας, τη Βίντι και την Μπάτε Μπορίσοφ που κέρδισαν τον ΠΑΟΚ στο διάστημα που έτρεχε στην Ελλάδα το μεγάλο του αήττητο. Το κοινό που έχει ο Αρης με αυτές τις ομάδες είναι ότι όταν αντιμετωπίζει τον ΠΑΟΚ παίζει ποδόσφαιρο, πράγμα που σπανίως συμβαίνει με τις ομάδες που αντιμετωπίζει ο ΠΑΟΚ στην Ελλάδα, οι οποίες προσπαθούν να κάνουν άλλα πράγματα – τα λεγε ο Παντελίδης. Επειδή παίζει καλύτερα από αυτές που τον κέρδισαν στην Ευρώπη παίζοντας ποδόσφαιρο του έριξε τέσσερα γκολ.

Θα το βλέπαμε και πέρυσι

Φέτος ο Αρης τον ΠΑΟΚ θα τον κέρδιζε και στην Τούμπα. Αν δεν τα κατάφερε είναι γιατί ο Σιδηρόπουλος, που για μυστήριους λόγους τον είχε αφήσει με δέκα παίκτες, αποφάσισε ότι πρέπει να παιχτεί μια παράταση. Ο Αρης δυο χρόνια τώρα που ζωήρεψε και δυνάμωσε από τον ΠΑΟΚ των ρεκόρ έχασε μια φορά σε όλες τις διοργανώσεις που τον αντιμετώπισε γιατί ο Γιουνέζ πέρυσι στο Βικελίδης αστόχησε σ’ ένα πέναλτι: αν είχε σκοράρει, έχω βάσιμες υποψίες πως ότι ακριβώς είδαμε φέτος θα το βλέπαμε και πέρυσι.

Παιγνίδια όπως το χθεσινό για τον Αρη είναι απλά: σε εμάς τους υπόλοιπους, που με τον Αρη δεν έχουμε σχέση, απλά υπενθυμίζουν ότι υπάρχει ένα ποδόσφαιρο πραγματικό, που δυο ομάδες παίζουν για να κερδίσουν και κερδίζει αυτή που παίζει καλύτερα. Οι αγωνιστικές αξίες στο σημερινό ελληνικό ποδόσφαιρο έχουν σταματήσει να είναι κάτι δεδομένο – τοι ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την ηθική. Ο πρόεδρος του Παναιτωλικού π.χ ο κ. Κωστούλας είπε πρόσφατα με αφοπλιστική ειλικρίνεια πως μακάρι να είχε κι αυτός κάτι να πουλούσε σε ένα ανιψιό σερβιτόρο που θα του περίσσευαν καμιά δεκαριά εκατομμύρια ευρώ. Μαζί του θα συμφωνούσαν πιστεύω καμιά δεκαριά πρόεδροι ελληνικών ομάδων – ίσως και περισσότεροι. Στον Αρη, αν διοικητικός παράγοντας έλεγε κάτι τέτοιο, θα έπρεπε να αλλάξει χώρα: αυτή είναι όλη η διαφορά.

Αρνείται μια ευκαιρία

Για την ιστορία του Αρη αυτό που κάνει στα ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ δεν είναι τίποτα περισσότερο από το χρέος του: παίζει για να κερδίσει τον συμπολίτη χωρίς να κοιτάζει τη βαθμολογία, την εξουσία του και την δύναμη του διότι στα κανονικά ντέρμπι στον κόσμο αυτά δεν μετράνε. Στη λογική του ελληνικού ποδοσφαίρου όμως, όπου κορόιδο είναι όποιος δεν τα παίρνει, ο Αρης κάνει κάτι σπάνιο: αρνείται μια ευκαιρία να ζήσει επιτυχίες ανεβαίνοντας απλά στο κάρο του χειροκροτητή, όπως τόσοι και τόσοι.

Πριν πείτε αυτά δεν τα κάνουν οι μεγάλες ομάδες κτλ κτλ θα θελα να σας θυμίσω μερικά απλά πράγματα. Ο Αρης ξέρει πιθανότατα καλύτερα από οποιαδήποτε ελληνική ομάδα τι θα πει να σε κυνηγάει ένα ολόκληρο παρασκήνιο, όχι γιατί του κόψανε τη δυνατότητα να διεκδικήσει ένα πρωτάθλημα π.χ, αλλά γιατί τον καταδίκασαν με δεύτερο χρόνο παρουσίας στη Γ’ Εθνική και κάποιοι έκαναν ότι μπορούσαν κάποτε για να μην ανέβει από την Β΄ Εθνική στην πρώτη κατηγορία. Όταν αυτά τα ζεις, δύσκολα τα ξεχνάς: μιλάμε για εφιάλτες. Επίσης ο Αρης είδε τα τελευταία χρόνια τον Ηρακλή να διαλύεται με εξυγιαντικές αποφάσεις, λες και το μεγάλο πρόβλημα του ελληνικού ποδοσφαίρου ήταν αυτός. Ειδικά ο Θοδωρής Καρυπίδης ξέρει τι θα πει να προσπαθούν να σε μπλέξουν με όποια γελοία ιστορία υπάρχει, χρησιμοποιώντας τα media. O Αρης, απλά χειροκροτώντας, θα είχε μια ωραία εξασφαλισμένη θέση στην Ευρώπη, θα έπαιζαν στα ντέρμπι του ξένοι διαιτητές, θα είχε πρόεδρο στη Σουπερλίγκα ένα δικό του, στην ΕΠΟ θα του έκαναν τεμενάδες: μπορεί να έπαιζε κι ένα τελικό κυπέλλου ακόμα συμμετέχοντας σε κάποια γιορτή του ποδοσφαίρου. Ποιο είναι το κόστος για όλα αυτά τα υπέροχα; Δυο φιλικά το χρόνο. Βάλ’ τα κάτω και πες «όχι». Ξέρεις πόσο δύσκολο είναι; Και ξέρεις πόσο ακόμα πιο δύσκολο γίνεται να το πεις το όχι αυτό, όταν ζεις σε μια πόλη που πέρα από τους δικούς σου έχεις όλους τους άλλους απέναντι; Και δεν μιλάω μόνο για οπαδούς. Το σπάνιο με τον Αρη δεν είναι ούτε ότι παίζει, ούτε ότι κερδίζει: είναι ότι αντιστέκεται. Αν δεν το έκανε, το παλιό εκείνο σύνθημα «Μια πόλη μια ομάδα» (που από χθες προκαλεί λίγο γέλιο) θα ήταν «Μια πόλη ένας ιδιοκτήτης». Και θα ήταν εύστοχο.  

Τρελοί και φουκαράδες  

Ο Αρης έριξε τέσσερα γκολ στον ΠΑΟΚ κερδίζοντας τον τέσσερις φορές. Πρώτον κράτησε την ψυχραιμία του όταν άκουσε πως τοποθετήθηκε στο ματς ο Παπαπέτρου και στο VAR o Μανούχος, μολονότι όλη η Ελλάδα ήξερε τι θα μπορούσε να πάθει. Δεύτερον αντέδρασε γρήγορα μετά το σοκαριστικό γκολ του Σβιντέρσκι, ένα γκολ που ήρθε στο πρώτο σουτ του αγώνα μετά από ένα λάθος του Κουέστα. Τρίτον μπήκε στο δεύτερο ημίχρονο με την ώθηση της καταπληκτικής εξέδρας του μετατρέποντας σε χρόνο ρεκόρ το ρευστό 2-1 σε άνετο 3-1. Και τέταρτον διαχειρίστηκε στο τέλος εξαιρετικά την όποια πίεση άσκησε ο ΠΑΟΚ, μολονότι υπήρχε η υποψία πως αν γινόταν με κάποιο τρόπο το 4-3 μπορεί το ματς να τελείωνε στο 138΄, όταν και θα ισοφάριζε κάποιος. Ο Αρης έδειξε χαρακτήρα, είχε στρατηγική, ήταν σοβαρός και ψύχραιμος κι αν έκανε ένα λάθος είναι ότι κατέβασε ταχύτητα στο τέλος, αλλά κι ο αρτίστας έχει το δικαίωμα καμιά φορά να απολαύσει το έργο του. Η νίκη του, που ήρθε μάλιστα με τρία γκολ αμυντικών του, ανήκει στους οπαδούς του και μόνο: όλοι οι υπόλοιποι απλά μπορεί να τον κοιτάζουν με απορία – κυρίως γιατί δεν καταλαβαίνουν που βρίσκει τη δύναμη να είναι μια κανονική ομάδα σε ένα κόσμο τρελών, που χάνουν εύκολα την επαφή με τη λογική του ποδοσφαίρου και κυριλέ φουκαράδων που κυκλοφορούν με το δίσκο στο χέρι ψελλίζοντας «δώσε κάτι και σε μένα μπάρμπα».   

Κι ο ΠΑΟΚ; Πρώτα από όλα παραμένει πρώτος και είναι αμφίβολο αν θα χάσει και την πρώτη θέση μετά την ολοκλήρωση της αγωνιστικής: ο Ολυμπιακός τον ΠΑΟ στο άδειο Καραϊσκάκη δεν τον έχει κερδίσει ποτέ. Φυσικά ο ΠΑΟΚ παραμένει το πρώτο φαβορί για το πρωτάθλημα για τον απλούστατο λόγο ότι ομάδες σαν τον Αρη δεν υπάρχουν. Ο Φερέιρα νόμιζε χθες ότι παίζει με τον Παναιτωλικό, τον Ατρόμητο και την Ξάνθη – ο άνθρωπος είναι καλός προπονητής αλλά αμφιβάλω αν καταλαβαίνει ποια διαφορά έχουν αυτά τα ματς από το χθεσινό: ας του εξηγήσει κάποιος ότι αν συνηθίζεις να κερδίζεις τα ματς περπατώντας, όταν βρεις κάποιο που τρέχει το πληρώνεις ακριβά. Είναι αλήθεια ότι ο ΠΑΟΚ δεν έχει κερδίσει ντέρμπι, αλλά όταν έχει δεκαπέντε βαθμούς διαφορά από τον Αρη, που του χει βάλει φέτος έξι γκολ σε δυο ματς, είναι φανερό ότι για να γίνει πρωταθλητής, βαθμούς στα ντέρμπι δεν χρειάζεται: άμα χρειαστεί να κερδίσει θα το κάνει – δυο τρια ματς της προκοπής απέναντι σε δύσκολους αντιπάλους μπορεί να τα κάνει ο καθένας. Διαβάζω ότι πήρε λέει το μάθημα του. Ποιο μάθημα; Ότι αν παίξει κάποιος μπάλα μπορεί να τον κερδίσει; Σιγά το μάθημα! Οσο αντιπάλους σαν τον Αρη δεν θα χει, όλα αυτά είναι λόγια του αέρα. Ακόμα και στα πάνελ της Αννίτας Πάνια ακούγονται πιο σοβαρά πράγματα…